Σκηνή 3
De Profundis ....... Η Ζωή σαν κωμωδία
γοητεύτηκα.....
κι απλά
ψιθύρισα...
''εσύ φως μου
θάσαι... η πιο όμορφη του κόσμου !
Μιά τέτοια κοπελιά,
δεν είν' για μένα... είμαι καλά ?''
είπα.....
''είναι εμφανές δεν πιάνεται !''
Μοιάζει να επαναλαμβάνεται,
έρωτας, πάλι αδιέξοδος,
μ' επιγραφή....
''καμία έξοδος''.
Τάχε και μ' έναν φτιάξει..
κι ένα καρφί μούχε πετάξει.
''...κίνδυνος να σε ταράξει
στο ξύλο αυτός... όταν σε πιάσει,
δάσκαλος είν' στην πάλη''.
Εγώ αγύριστο κεφάλι
συνέχισα να της κολλάω....
Το τι χυλόπιτα θα φάω
ήτανε άλλο πράμα,
περνούσα ένα δράμα..
Μου είχε πάρει... το μυαλό...
Χωρίς κανένα δισταγμό,
ευθέως θα παραδεχτώ,
ένα δειλό και ντροπαλό,
με είχε κάνει σχολιαρούδι,
που είναι ακόμα με το χνούδι !
Κεί...
στη γωνιά του Άη Νικόλα,
αφού τα παρατούσα όλα,
μήπως τη δω στηνόμουνα...
Θα έκανα, σκεφτόμουνα,
τυχαία πως ερχόμουνα.
Φουριόζα, ονειρευόμουνα
νάρχεται....
και τη φανταζόμουνα
όλο χαρά και τρέλα να μου πει,
ότι μαζί μου συμφωνεί
''κατάσταση να κάνουμε''
κι όλους να τους κουφάνουμε !
Πώς πέταγα αισθανόμουνα,
γλυκά σαν ορκιζόμουνα,
ότι την αγαπώ παράφορα....
Με κοίταζε αδιάφορα
και μ΄αποφασιστικότητα
μ' έφερνε...
στην πραγματικότητα
ανοίγοντας άλλη κουβέντα...
για διαδραματισθέντα
στο σήριαλ "Άγιος" στη τιβή
αποβραδύς που είχε δει....
Άσε που, κάποια στιγμή,
κατάμουτρα μου 'χε πει
προτίμηση είχε φανερή
σε 'κείνο τον τσαμπουκαλή
πούχε τη μαύρη ζώνη
και άμα λάχει, αυτός...
πλακώνει,
όποιονε της κολλήσει
και ότι κι αυτήν είχε μυήσει,
πώς ν' αμυνθεί...
πώς να κτυπήσει.
Εμένα ούτε να με φτύσει !!
Σιγά αυτό μη με πτοήσει...
Δεν λέν' νικά ο επιμένων ?
Έτσι κι εγώ.... ασθμαίνων
στο παραμύθι της θα μπω.
Ψέματα δεν θα σας πω
με βοηθήσαν συγκυρίες,
και των δικών της νουθεσίες,
βάλε μαζί και υποκρισίες
του περιβάλλοντός της.
''Αβέβαιο το μέλλον''...
το δικό της,
της έλεγαν βράδυ πρωί
κι η ευκαιρία ήταν καλή
με το γαμπρό πούχε βρεθεί,
μα που να ξέραν οι φτωχοί,
ότι είχαν παραπλανηθεί !
Είχαν ακούσει για μισθό
τεράστιο πως έπαιρνα εγώ.
Σφάλμα μεγάλο κάναν 'δώ,
γιατί πάνω από μήνα
αν έλειπα απ' την Αθήνα
πήγαινε να μου σαλέψει...
Χωρίς δεύτερη σκέψη,
κατέβαζα ρολά,
και τα περίφημα πολλά
χρήματα... τα πετούσα
πλήρως αδιαφορούσα..
Μόνο να φύγω
απ' το καράβι
ήθελα...
κι από πρωί ως βράδυ
μακριά απ' το ρημάδι
σχεδίαζα πως να βρεθώ....
Δεν έμενε φράγκο τσακιστό
κάθε φορά απ' το μισθό
γιατί εισιτήριο ακριβό,
επλήρωνα επιστροφής
και απαξίας φανερής
λόγια άκουγα:
''Α, να χαθείς...
βρε δεν βαρέθηκες μπατίρης...
Ή.... πώς θα γίνεις νοικοκύρης?
ρώταγε η μάνα μου η δόλια
πίσω σαν γύρναγα Σεπόλια.....
Κανείς δεν είχε καταλάβει...
Εγώ 'φευγα απ' το καράβι
γιατί για 'κείνη τη δουλειά
δεν έκανα...
Καλά-καλά,
μπορεί....και για καμία άλλη.
Στραβό μυαλό μες στο κεφάλι
πως είχα ακόμα δεν το ξέραν
κι ότι ''έπλεα προς ξέραν''.
Φράση που τ' άρεσε να λέει
(σόι σοφό, οι Ματαραγκαίοι),
ο καθαρευουσιάνος,
ο προππαπούς μου ο Πάνος.*
Σημαία μου η ανεμελιά !
Πίστευα πως η δουλειά
ήτανε από παλιά
''εφεύρημα του κερατά'',
τον άνθρωπο να τον τυλίξουν
σε δίχτυ...
για να κονομήσουν...
του ''κόσμου οι πονηροί''.
Οι μάγκες λοιπόν, όλοι αυτοί,
τύποι σατανικοί,
και δυστυχώς διαχρονικοί
απλώς... αλλάζουνε στολή.
Μια ιστορία ζώσα...
Πιπέρι μούβαλαν στη γλώσσα
σαν είπα πως την εργασία
την βλέπω σαν... ανωμαλία !
Δεν είπε ο Επίκουρος παλιά,
τα ίδια, αυτά για τη ''δουλειά'',
κι υπό ευρεία έννοια
έπεσε σε δυσμένεια...?
Ποιανών ήταν συνέργεια?
Ποιούς ευνοούσε αυτή η ενέργεια?
Μεγάλη είχα περιέργεια
να λύσω αυτή την απορία...
να ρίξω φως στη σκευωρία.
''Όταν απάντηση θα δώσω,
όλους σας κάποτε θα σώσω !''
έλεγα μ' ύφος καμπόσο.
Τελικά.....
με μιά χαμάλικη πορεία
σε φάμπρικες και μες τα πλοία,
του Επίκουρου η ιστορία,
είδα, γιατί 'χε τέτοια τύχη.
Ας επιστρέψουμε στην νύφη....
Ήτανε ανήλικη η μικρή,
που μέχρι και υπογραφή
ήθελε ο παπάς του κηδεμόνα,
να μας παντρέψει...
Ρε, τί χειμώνα
πέρασα ο έρημος
καθώς κείνος ο ανέντιμος
ο εργοδότης....
βάρεσε κανόνι
κανέναν ο π...... δεν πληρώνει
και όλους εμάς φεσώνει.
Παρ' όλα αυτά έγιν' ο γάμος....
Κουμπάρος ήταν......
ένας ρουφιάνος
καρφί μεγάλο απ' το βαπόρι,
τον λέγαν "Βρώμικο Γρηγόρη"
μα ήταν το δεξί μου χέρι
στο πλοίο "τράμπ"*
του Κουλοχέρη.* *μη χρονοναυλωμένο *ναυτ. εταιρεία
Μήνα του μέλιτος θα κάνω
στο τρίτο όροφο επάνω
στο νοικιασμένο......
βορεινό δυάρι
με τη μικρούλα πούχα πάρει
π' ακόμα ήτανε παιδί
και ήταν εμφανές πολύ.
"Μικρό" τη φώναζα.....
κι αυτή
στην αγκαλιά μου σαν γατί
κουλουριαζόταν...
ως το πρωί.
Θυμάμαι ακόμη έως τώρα
που την νανούριζα για ώρα
λέγοντας της παραμύθια,
πού 'ταν μισά στ' αλήθεια
κι απ' τις νεράιδες ζήταγα βοήθεια
πώς το μικρό να νανουρίσω
και πιο γλυκά να το κοιμίσω...
κι αν ως εδώ.....
έχεις ακολουθήσει
θα 'χεις αναγνωρίσει,
ότι για όλα μου τα ''λάθη''
της ψυχής μου, φταίν' τα πάθη....
Πως μπόρεσε νάρθει να ζήσει
με μένανε είχα απορήσει,
που ήμουν "λούζερ"* από χέρι *έκφραση για αυτούς που δεν κονόμησαν,
όπως τους λεν στα ξένα μέρη,
τους αποτυχημένους....
Αλλά και στους βλαμμένους
θα μ' έβαζα κανονικά,
γιατί μαζί μ' άλλα παιδιά,
λοβοτομήθηκα παλιά
σε εσωτερικά σκολιά,
από αδίστακτους βασανιστές
σαν τους σκληρούς ιεροεξεταστές,
των εποχών του χθες,
και βγήκα ένα ''μυστήριο τραίνο''.
Αντίθετα πάντα να πηγαίνω
απ' όπου το κατεστημένο,
παγίδα μούστηνε να πάω
κι έτσι ποτέ μου ''δεν θα φάω'',
από το δόλωμά του
για να την κάνει τη δουλειά του.
Αυτό που 'χε σχεδιάσει
σε μένα δεν θα πιάσει !
Ήταν πολύ μυστήριο,
ένα μικρό μαρτύριο
πέρα από τη λογική.
Εξήγηση δεν είχα βρει
το πως η γκόμενα αυτή,
''πραγματικότητα εικονική''* *virtual reality
όπου φοβόμουν μη χαθεί,
είχε σε μένα αφεθεί ?
ή μήπως η μικρή
μου γυάλισε... όταν τα άντα
πάτησα και θάμουν πάντα
με γεροντοπαλήκαρα..
Μμμ.. Λές νάτανε καλύτερα ?
Απάντηση βέβαια θα δοθεί
σύντομα, όταν θα φανεί,
πως τρελαμένη ήταν κι αυτή !
Το πρώτο που 'πε απ' τα τρελά
(με κούφανε για τα καλά)
κι ήταν η μέγιστη απ' τις φάσεις
σαν είπε
"κοίτα να μη χάσεις
ρε συ το κελεπούρι",
κι αυτό δεν ήταν καλαμπούρι.
Στη πρόταση του γάμου,
μια μέρα στην Περγάμου,
τα απόκρυφα σχέδια μου
γίνανε φανερά.
Ταιριάξαμε έτσι μιά χαρά
και παλαβή εφτιάξαμε φωλιά....
που επισκέπτης σαν κοιτά,
λέει ''η τρέλα στα βουνά
δεν πάει'' και λοιπά.
Γρήγορα κουτσομπολιά,
για μας κυκλοφορήσαν...!
Άλλοι συκοφαντήσαν
Άλλοι μάς δυσφημήσαν
Φίλοι μάς εκμεταλευτήκαν,
και κλέφτες... λάδι βγήκαν.
Βέβαια πολύ την αγαπούσα
και νάθελα όμως δεν μπορούσα,
να κάνω κάτι παραπάνω
και με αδέλφια να τα βάνω.
Σύντομα θα κατανοήσει
πως πρέπει ελεύθερη να ζήσει,
να μην ακούει τα "μή" και "πρέπει".
Τα όσα δεν μας επιτρέπει
να κάνουμε η κοινωνία,
ότι ειν' μεγάλη υποκρισία.
Σε δύο χρόνια ή τρία
προς την ελευθερία
αρχίζει να κοιτάζει,
και εμφανώς ν' αλλάζει...
Θα με αμφισβητήσει,
λεύτερη θέλει να ζήσει.
Το επί αμοιβαία συναινέσει,
διαζύγιο είχαμε επισπεύσει
και σύντομα για τον βορρά
τράβηξε κείνη....
στα ψηλά,
κι έζησε στις προνομιακές,
των πλούσιων τις περιοχές..
Έφυγε απ' το κλουβί
και πέταξε για νέα αρχή,
με στόχο να κυριαρχήσει,
πάν' στα θηρία που θα γνωρίσει,
που ήτανε μασκαρεμένα,
καλοσυνάτα....
και εμένα
γέμιζε... ανησυχία,
που βούτηξε στη τρικυμία,
χωρίς να έχει τα εφόδια,
αφού δεν πλήρωσε... διόδια,
και εννοώ 'γώ δηλαδή,
ότι δεν είχε εκπαιδευτεί,
απ' τον κίνδυνο να φυλαχτεί,
απ' τους κακούς μες στη ζωή.
Δυστυχώς θα πληγωθεί,
μα όπως λένε...
c'est la vie* *έτσι είναι η ζωή
Ένα αστείο θα σας πω
μαζί σας να το μοιραστώ.
Είχε στον αισθηματικό
τομέα μια παραξενιά,
που δεν υπήρχε στο ντουνιά.
Όλα τα φλερτ τα αντρικά
τα νόμιζε αθώα, φιλικά
πλησιάσματα και μόνο,
και σε αυτό τον τόνο
μιλούσε στους πολλούς,
επίδοξους γαμπρούς.
Ξέρεις... εκείνους τους γνωστούς,
τους καμακο-γαμπρούς.
Οι ''ωραίοι'' έβγαζαν αφρούς,
που τόπαιρναν γι αδιαφορία,
κι οι άντρες ξέρεις....
με τη μία
πέφτουν σε έρωτα, αν κυρία
γι αυτούς αδιαφορήσει
ή αλλιώς "τους έχει φτύσει"..
....μα η δική μας ούτε χαμπάρι
ποτέ γι αυτά δεν είχε πάρει...
Για τα ωραία της τα μάτια
κάποιος της έταζε παλάτια,
πλούσιος ομογενής
απ' Αφρική άρτι αφιχθείς.
Εκείνη τούπε απαθής:
"άντε βρε συ να κοιταχτείς...
μένα με νοιάζει η ελευθερία
και η μπουρζουαζία
καθόλου δεν με συγκινεί,
ούτε και μέταλλα ευγενή.
Για την χρυσή την αλυσίδα,,
πούκανα πως δεν είδα
σαν έφερες να με συγκινήσει
ανίσχυρη είν' να με κρατήσει,
και όποτε είχα εγώ δεσμά
ερωτικά ή και χρυσά
τα έσπαγα όλα με βιά...''
Άλλον ερωτοχτυπημένο
θυμήθηκα.......
που δυστυχισμένο
της έλεγε με κάνεις,
καθόλου που δεν πιάνεις
το πάθος μου για σένα...
Κάποτε στα περασμένα
νεώτερος πούταν αυτός
γόης τρανός ήταν γνωστός
και τώρα τόφερνε βαρέως
που τούριχνε η όμορφη ευθέως
χυλόπιτα μέσα στα μούτρα...
Δε χώραε μες στη δική του κούτρα....
Άντε να πω ακόμα ένα...
για κάποιον από τα φτασμένα
ονόματα καλλιτεχνών.
Ήταν εκ των γονατιστών
που εκλιπαρούσαν τη ματιά της
και στέναζαν για την αφεντιά της....
Ενώ εκείνη αυτά ζούσε
το σπίτι μέσα με κρατούσε
χαμένο σε μιά ουτοπία..
Έζησα μια δεκαετία
και πίσω από φαντάσματα
έτρεχα απ' τα χαράματα,
άλλοτε Κηφισίας
κι άλλοτε Αγίας Γλυκερίας...
Ήμουνα μιας φαντασίας
ναυαγισμένο ένα κουφάρι
και το 'ριξα και στο κουμάρι* *τζόγο - Πάρνηθα
επάνω στο γνωστό βουνό,
την μοναξιά μου να ξεχνώ....
Κάποτε κουρασμένοι
σαν τίποτα να μη συμβαίνει,
γυρίσαμε μπαϊλτισμένοι,
μ' ελευθερία χορτασμένοι,
μ' ανθρώπους μας αηδιασμένοι
και εμφανώς πιο γερασμένοι,
σε κείνη την παλιά φωλιά,
που χτίσαμε τότε παιδιά...
Πούχαμε καθαρή καρδιά
και κάναμε μια δρασκελιά
τον κόσμο με τα αεροπλάνα,
από Ελληνικό* σ' Αβάνα, *παλαιό αεροδρόμιο
Μοντεβιδέο ή στη Γκάνα...
Με σλάιτς όταν βλέπω πλάνα,
λέω για μας.....
μα ποιοί 'ναι αυτοί
οι νέοι... γεμάτοι από ζωή !!
Κι ενώ το στόρυ είχα τελειώσει..
μου λέει, ''δεν έχουμε την δόση,
να δώσουμε του μήνα,
χρωστάμε σ' όλη την Αθήνα..''
Πρέπει λοιπόν να συμπληρώσω
στη ιστορία μας... το πόσο
είμαστε οι δυό μας χύμα
και για τη σχέση με το χρήμα
πούχαμε στη ζωή...
Έξυπνοι... κάποιος ίσως πει,
άλλος θα πει πολύ χαζοί...
Όμως ''τ' αυτί δεν θα ιδρώσει''
όσο κανείς κι αν μας τα χώσει...
Μιά μέρα 'κονομήσαμε.
Λεφτά κληρονομήσαμε.
Σύντομα τα τσακίσαμε
και το φχαριστηθήκαμε
πέφτοντας μες τη χλίδα...
''Δεν έχετε ελπίδα..'',
σπεύσανε να πούνε φίλοι,
''θέτε κι οι δυό σκαμπίλι,
ίσως αυτό σας προσγειώσει''
ένας μας είπε,
....που να μην σώσει !
Τώρα τη βγάζουμε με "εκάς"* *επίδομα φτώχειας
και με φειδώ πια ο κιμάς,
τέρμα ο σολομός,
γαρίδες..... κι αστακός....
Στη μάντρα πήγε δυστυχώς
κι η Μερσεντές,
που εγώ... γαμπρός
το έπαιζα ο ξεμωραμένος.....
Λές να 'χουνε δίκιο επομένως
σαν λεν' βλαμμένη και βλαμμένος ?
_________________________________
*Κωδικός: #BK136566
Εκδόσεις: ΨΑΘΑ Δ. ΜΑΡΙΑ
|
Υστερόγραφο
"Η Οικογένεια του Βλαμένου"*
ήταν μιά άνευ προηγουμένου
καλή κωμωδία του Ψαθά.....
και εντελώς χθες ξαφνικά
ενώ θυμόμουν τα παλιά,
βρήκα πολλές ομοιότητες
με τις επιπολαιότητες
που κάναμε εμείς
στη διάρκεια τούτης της ζωής.
Μία Χιπ Χόπ-ερα
Το στόρυ σε σκηνές - 3η
______________________________________________________________________ του Οδυσσέα Ηβιλάγια
______________________________________________________________________ του Οδυσσέα Ηβιλάγια
Ραπ-όπερα
Επιμέλεια - προσαρμογή κειμένων Cathy Rapakoulia Mataraga
e-mail: pmataragas@yahoo.com
e-mail: pmataragas@yahoo.com
the foreigner
No comments:
Post a Comment